Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2021

ΔΕΝ

Τέσσερα - πέντε χρόνια στο ράφι.

Κι έμελλε να 'ρθεί η ώρα αυτή.

Όσο γράφω  ποιος ξέρει τι γίνεται...

Σε σκεφτόμουν. 

(Σε τέτοιες περιπτώσεις,

το παρελθόν έχει αποδείξει πως μ αυτά δεν παίζει.)

Δεν θα σταθώ στα τελευταία νέα. 

Θα σταθώ στα μεταξύ μας. 

Μα ποιος είσαι εσύ; 

Και ποια εγώ;

Δεν σου συστήθηκα ποτέ. 

Δεν ξέρεις το όνομά μου, αλλά δεν χρειάστηκε κιόλας. 

Μέσα στο κελί, -Το δικό μου, πολυτέλειας-

Έκατσες και μου διηγήθηκες μια ιστορία.

Ένταση, άγχος, ελπίδα, ιδέες, Θυσίες, ομορφιά, ασχήμια, μίσος 

κι αγάπη. 

-αν υπάρξει άνθρωπος πέρα από μένα να διαβάσει μέχρι εδώ... παίζει  και να ανακατεύεται. -

Αλλά ξέρεις τι;

Ήσουν η παρέα μου. 

Γνώρισα, εξαιτίας σου,

Μυαλά δυσεύρετα.

Άκουσα και είδα πράγματα από την δική σου μεριά,

την δική σου ματιά.

Κινηματογράφος.

Δράση,  φωνές, άγχος, συγκίνηση.

Πάντα με συγκινούσαν οι Κιχώτες και οι μύλοι.

Πολύ εύκολα ξεχνάω ή παραβλέπω αυτά που για άλλους φαντάζουν πελώρια φράγματα. Τα παραβλέπω και νιώθω πως καταλαβαίνω.

Πηγαία δύναμη για πράγματα απροσπέλαστα, 

μα εσύ τα δείχνεις να μοιάζουν απλά.

Και πώς αλλιώς θα έφευγες;

Με κρότο. Με πάταγο.

Ελπίζω τελικά να αξίζει. 

Αν και σε πολλά σε αμφισβήτησαν.

Θα βρίσκουν πάντα κάτι.

Άνθρωπος.

Είναι εκείνος που τιμά τις ιδέες του.

Μέχρι τέλους.


 

Χάρηκα πολύ για την γνωριμία. 

Χάρηκα πολύ για τον χρόνο που πέρασα μαζί σου.

Σε ευχαριστώ λοιπόν.



Και κάτι τελευταίο...

Όταν θα 'μαι πια γριά,

(Θα ήθελα να φτάσω τα 80... κιμπάρισα η δικιά σου)

Θα λέω πως κάποτε σε γνώρισα, και ήταν τιμή μου. 

Ήμασταν φίλοι ρε μ αυτόν! Βγάλαμε μαζί το 2ο μέρος του 2ου λοκνταουν!

Της πρωωωωωώτης πανδημίας...

Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2021

Τζαζ και Ρένα

Μεγάλωσες τόσα χρόνια
με αυτή τη αγχώδη σκέψη.
Και ήταν δύσκολοι οι καιροί
- και πότε δεν ήταν-

Άλλες φορές μαζεύες τη δύναμη
που κρύβουν οι γωνίες,
κι άλλες η κραυγή σου υψωνόταν
και ταξίδευε σε σύμπαντα μακρινά.


ο τοίχος σε έθρεψε.
ο πόνος όμως σε τρώει.
αγωνία και κόμπος σε εμπόλεμη ζωή.


Τον ξέρεις όμως τον πόλεμο,
τον είδες κάπου στα τέσσερα.
Την είδες την πείνα να παίρνει,
ανθρώπινη μορφή,
μια αγκαλιασμένη μπάλα.
Την είδες την δίψα στη φτυσιά του πατέρα,
απανθρωποποιημένη εικόνα.

Και πώς αλλάζει αυτό;
πώς γυρνάει;
Πώς στρίβει η βάνα να κλείσει;

Μα η ζωή δεν είναι μπροστά,
ίσως είναι όλη πίσω.
Μα δύο λεπτά που σου χρωστάει
ζησε τα.
Βάλε ξανά,
εκείνη την στολή του εξερευνητή.
Πάρε καλέμια και σφυριά,
καλό σου δρόμο.
Στα ψηλά, 
στα χώματα, 
στα όνειρα σου τράβα.
Θυμήσου το,
με βαλς 
θα γυρίσουμε 
όλες τις κορφές.